Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Ο ΜΠΑΜΠΑΣ ΤΗΣ

Κάποτε, υπήρχε ένας μπαμπάς. Δεν γνωρίζουμε αν ήταν μπαμπάς επειδή το είχε θελήσει πραγματικά ή το είχε επιλέξει, αλλά σίγουρα ήταν, γιατί είχε αποκτήσει μια κόρη. Μέσα σε όλη την αναστάτωση, δεν είχε προφτάσει ακόμα να αποφασίσει αν την θέλει για παραπάνω λόγους από το ότι ήταν κομμάτι του - όχι από το πλευρό του, από το σπέρμα του – και αυτό προκαλούσε μια αμηχανία ανάμεσά τους.

Η κόρη ήταν αξιαγάπητη γενικώς αλλά όχι μερικώς και όπως και να 'χει έκανε τη ζωή της με κόσμο που ήταν σίγουρος πως θέλει να την αγαπάει, αλλά όχι με τον μπαμπά της.
Ένιωθε πλήρης και ολόκληρη, μέχρι που μεγάλωσε και έγινε κόρη-κοπέλα.
Τότε, κατάλαβε γιατί ήθελε τόσο πολύ να την αγκαλιάζουν οι άντρες και να της λένε λόγια αγάπης, τόσο μοναδικά, όσο αυτά που θα μπορούσε να λέει ένας πατέρας , όταν το ήθελε φυσικά.
Για τον δικό της, δεν ήταν ποτέ σίγουρη και δεν επρόκειτο να είναι ποτέ, γιατί αυτός δεν την είχε ποτέ φιλήσει, ποτέ αγγίξει ή έστω, ποτέ ενημερώσει, με την άνεση και αμεσότητα ενός δικού μας ανθρώπου. Η αγκαλιά δε, είχε απαγορευτεί προ πολλού, επειδή κοινωνικά δήλωνε πολλά και δεν ήμασταν για τέτοια.

Μια μέρα η κόρη, κουράστηκε να κρατάει τα προσχήματα και πήρε μια σημαντική πρωτοβουλία. Πήγε και τον βρήκε. Μετά από μεγάλη πάλη με τον ξένο άνθρωπο που συνάντησε μπροστά της, κατάφερε να δει κάπου από πίσω αυτόν που ζητούσε από την αρχή. Καλά θα ήταν να μπορούσε τώρα να βγάλει λίγη φωνή για να του πει αυτό που ήθελε και άι στον διάολο, μάλλον δεν έφταιγε αυτή που γεννήθηκε, ούτε που του φορτώθηκε ποτέ επίτηδες.

Και είπε. Μπαμπά, θέλω να γράψεις μια ιστορία που να μιλάει για μένα και να μου την διαβάσεις μια νύχτα για να αποκοιμηθώ. Δεν ξέρω τί θέλεις να λέει, ούτε με νοιάζει ποια θα είναι αυτή η νύχτα, όμως φρόντισε να είναι πριν πεθάνεις.
Μετά έφυγε και περπάτησε μέχρι να καταπιεί το τελευταίο δάκρυ της και τον τελευταίο λυγμό της.

Ο μπαμπάς, σοκαρίστηκε ανεπανάληπτα. Νόμιζε πως την είχε γλιτώσει. Πως δεν θα χρειαζόταν ποτέ να κάνει κάτι γι' αυτό το κορίτσι που βρέθηκε μπροστά του γεμάτο απελπισία. Και τί παραμύθι να γράψει κανείς για ένα κορίτσι που δεν ξέρει πώς χτενίζει τα μαλλιά του, πώς τραγουδάει ή πως γελάει, αν είναι έξυπνο ή κουτορνίθι, αν τρώει παγωτό σοκολάτα ή κρέμα, τί σκέφτεται αν σκέφτεται.
Και τότε αποφάσισε να της κάνει τη χάρη αλλά τη μισή.
Θα έγραφε μια ιστορία για να της διηγηθεί, όμως όχι γι' αυτήν αλλά γι' αυτόν.

Ήταν ως εξής :

Εγώ ο μπαμπάς σου, αρνούμαι να σου κάνω ολόκληρη τη χάρη, αλλά πρέπει να είσαι ευγνώμων που θα σου κάνω τελικά τη μισή.
Εγώ ο μπαμπάς σου, ήθελα απλώς να νιώσω ερωτικά, όμως να ξέρεις κι εσύ, τα παιδιά γίνονται εύκολα, χρειάζεται μόνο ένα ανοιγόκλεισμα του βλεφάρου. Έτσι έγινες κι εσύ, δεν είσαι τίποτα παραπάνω ούτε λιγότερο.
Εγώ ο μπαμπάς σου, δεν είχα σκεφτεί να γίνω σκληρός, ήθελα να κάνω ταξίδια σε άλλες χώρες και να δω πράγματα και να ζήσω στιγμές που εσύ δεν ήθελα να είσαι μέσα σ' αυτές, γιατί ένα μικρό κορίτσι δεν ήταν καλή παρέα για μένα.
Και μετά που μεγάλωσες δεν θεώρησα πως πρέπει να σου διηγηθώ όλα αυτά, αφού είμαι άνθρωπος δίκαιος και διακριτικός και καταλάβαινα πως δεν σε ενδιαφέρει κανείς που δεν ενδιαφέρεται ούτε αυτός για σένα.
Εγώ ο μπαμπάς σου, απλά άφησα τα πράγματα ως είχαν εξαρχής και δεν προσπάθησα ούτε στιγμή να αλλάξω κάτι, δεν ξέρω γιατί, μάλλον δεν σε υπολόγισα ποτέ, ούτε ήξερα αν πρέπει και αν θέλω.
Δεν σε ρώτησα ούτε τί θέλεις εσύ, γιατί δεν κάνω πράγματα κατά παραγγελία και για του λόγου το αληθές στο αποδεικνύω τώρα με αυτήν την ιστορία που ενώ μου ζήτησες να μιλάει για σένα, τελικά μιλάει για μένα. Είδες ; ”

Ύστερα από όλα αυτά, η κόρη του μπαμπά, έτυχε να αρρωστήσει πολύ βαριά. Τόσο που δεν μπορούσε πια να σηκωθεί απ' το κρεβάτι της. Όταν ο μπαμπάς το έμαθε, πήρε την ιστορία του και πήγε, γιατί φοβήθηκε μην δεν προλάβει και τον κατηγορήσουν πάλι για αναίσχυντη αναισθησία. Έκατσε σε μια καρέκλα δίπλα της και της διάβασε την ιστορία για να αποκοιμηθεί. Και όταν πέθανε μέσα στον ύπνο της, ο μπαμπάς ένιωσε πολύ περήφανος για τον εαυτό του, που για πρώτη και τελευταία φορά της έκανε μια χάρη, έστω κι αν ήταν η μισή.


Από την παράσταση Storytelling, Μάιος 2012



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου